Πέμπτη 27 Μαρτίου 2008

Γιατί ο Μακρυγιάννης έγραψε τα Απομνημονεύματα;

Ο Μακρυγιάννης στο τέλος των Απομνημονευμάτων του μας εξηγεί και τον λόγο που τον παρακίνησε στη συγγραφή τους και που δεν είναι άλλος βέβαια από το κοινό καλό.
«Αδελφοί αναγνώστες, ούτε δόξες θέλω, ούτε τής ζητώ- ούτε μου δίνουν. Και δια κείνο τραβήχτηκα και σκαλίζω τον κήπο μου όταν είμαι γερός, ειδέ φυλάγω το στρώμα μου. Του αναθέματος να είμαι αν έχω διοτέλεια δια όσους μιλώ εδώ μέσα. Η πατρίδα, η θρησκεία, η ηθική εις την κοινωνία είναι το πλέον αγαπημένον εις τον άνθρωπον τον τίμιον. Εις αυτείνη την κοινωνία θα ζήσω κ’ εγώ και τα παιδιά μου και δεν μου μένει ελπίδα και φωνάζω. Και δι’ αυτό γράφω απελέκητα γράμματα, όχι όμως να λείπη από αυτά η αλήθεια».

Ο ίδιος δεν γράφει για να προβάλει τον εαυτό του, αλλά «όχι να πορνεύουν την αρετή και να καταπατούν τον νόμον και νάχουν την επιρροή για ικανότη. Εγώ τάγραψα αυτά όλα κι όποιος απ’ όσους μιλώ προσωπικώς στοχάζεται ότι τον αδικώ και είναι κακία μου κι όχι αλήθεια, έχει το ελεύτερον να γράψη κι αναντίον μου ό,τι λάθη έκαμα εις τον αγώνα της πατρίδος· όχι όμως παθητικώς, αλλά συντροφεμένος με την αλήθεια, με την παρατήρησιν.[…] Κ’ εγώ έκαμα λάθη και κάνω· άνθρωπος είμαι. Και πρέπει να γράφωνται και τα καλά μας και τα κακά μας».

Μάλιστα η αυτοκριτική του προχωρεί περισσότερο, όταν εξηγεί τα κίνητρα για τον έλεγχο των πολιτικών προσώπων στον οποίο προβαίνει: «Τον Μεταξά τον έχω και κουμπάρο και σύντροφο σε μίαν μεταβολή, τον Κωλέτη κουμπάρο, το Μαυροκορδάτο το ίδιον –στενός φίλος από εξαρχής μ’ όλους. Δεν τους τα γράφω αυτά ως οχτρός. Εκείνα οπού έπραξαν γράφω.[…] Μπορώ ως άνθρωπος, κι αγράμματος κι απλός, νάκαμα περισσότερα, και δεν το αιστάνομαι ή δεν μπορώ να δικάσω του λόγου μου μόνος μου. Κάθε άνθρωπος εις τον εαυτό του κάνει τον συνήγορον, αλλά άλλες παρατήρησες θα κάμη η κατηγορία».

Ως πραγματικός Έλληνας πάντα θέτει τον εαυτό του κάτω από τους άλλους ή καλύτερα τον υποτάσσει στο σύνολο και το κοινό καλό: «Κι αφού ο Θεός θέλησε να κάμη νεκρανάστασιν εις την πατρίδα μου, να την λευτερώση από την τυραγνίαν των Τούρκων, αξίωσε κ’ εμένα να δουλέψω κατά δύναμη λιγώτερον από τον χειρώτερον πατριώτη μου Έλληνα. […] Ένα πράγμα μόνον με παρακίνησε κ’ εμένα να γράψω, ότι τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι· όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσωμεν εδώ. […] Είμαστε εις το εμείς κι όχι εις το εγώ».

Στις μέρες μας, αυτή η τελευταία φράση, νομίζω, αποτελεί την πλέον επίκαιρη παρακαταθήκη, το σπουδαιότερο κληροδότημα του Μακρυγιάννη στον Ελληνισμό.

Σάββατο 22 Μαρτίου 2008

Η καταδίκη της ξενοκρατίας από τον Μακρυγιάννη

Η επέμβαση των ξένων δυνάμεων στην Ελλάδα, τόσο με την επιβολή του Όθωνα, όσο και με την παρουσία τους στο ελληνικό κράτος στα πρώτα τριάντα χρόνια της ύπαρξής του, αποτελεί για τον Μακρυγιάννη σκλαβιά χειρότερη από αυτή των Τούρκων. Κατανοεί άμεσα, πως η επιρροή τους είναι βαθύτερη από αυτή των Οθωμανών και πως δύναται να καταστή απειλητική για την ίδια την ύπαρξη και ιδιοσυστασία του Ελληνισμού. Οι Τούρκοι, λόγω της μεγάλης πολιτισμικής και θρησκευτικής διαφοράς δεν μπορούσαν να αλλοτριώσουν τον Ελληνισμό, ο οποίος διατηρήθηκε μέσα στην Οθωμανικὴ Αυτοκρατορία. Με τους Ευρωπαίους όμως διαβλέπει πως το κακό θα είναι μεγαλύτερο και βαθύτερο.

Μάλιστα έδωσε και εικαστική έκφραση στην πεποίθησή του πως ο Έλληνας είναι ιδιαίτερος, ανάδελφος κατά την φράση του Χ. Σαρτζετάκη, και δεν μπορεί να ομοιωθεί με τον Ευρωπαίο. Μαρτυρεί ο ίδιος πως στο περιβόλι του είχε φτιάξει ένα μωσαϊκό, στο οποίο εικονιζόταν ένας χορός και στο μέσο ένας Έλληνας και ένας Ευρωπαίος. «Ο φραγκοφορεμένος θέλει τον δικό του χορό, ο Έλληνας τον δικό του και θα μαλλώσουνε ογλήγορα, ότι δεν μπορεί να μάθη ένας του άλλου το χορό».

Οι παρεμβάσεις βέβαια των Ευρωπαίων για να ευδοκιμήσουν πρέπει να βρουν και Έλληνες έτοιμους να τις δεχτούν. «Από αυτά όλα η πατρίδα κλονίζεται, από τής οδηγίες τής πατρικές των Πρέσβεων και δικώ μας ξενολάτρων». Γράφει συγκεκριμένα: «Ποίον βάρβαρον έθνος έκαμε όσα κάνει το Γαλλικόν έθνος σ’ εμάς τους Έλληνες;» Και συνεχίζει: «Αφού ο Θεός τους λυπήθη και θέλει να τους αναστήση, οι άνθρωποι τους καταπολεμούν να τους φάνε, να τους χάσουνε, να τους σβύσουνε να μην ξαναειπωθούν Έλληνες. Και τί σας έκαμεν αυτό τ’ όνομα των Ελλήνων εσάς των γενναίων αντρών της Ευρώπης, εσάς των προκομμένων, εσάς των πλούσιων;» Αλλού πάλι γράφει για τους Ευρωπαίους και το ρόλο τους στην Επανάσταση και την Ανεξαρτησία: «Οι ανθρωποφάγοι φτόνησαν αυτό και μας έσπειραν την αρετή τους, διχόνοια, φατρία, κατασκοπεία, τής ακαθαρσίες τής δικές τους, κ’ έφκειασαν την πατρίδα μας παλιόψαθα».

Μάλιστα μένει τόσο ακραιφνώς Έλληνας, ώστε όταν του προτάθηκε να γίνει υποδιοικητής της χωροφυλακής, μία θέση περιζήτητη για τους άνεργους και περιθωριοποιημένους αγωνιστές, αρνήθηκε λόγω του ήθους του διοικητή και του γεγονότος πως έπρεπε να βγάλει τη φουστανέλα και να φορέσει στολή φράγκικη.

Διαβλέπει ακόμη πως το σχέδιο αλλοτρίωσης του Ελληνισμού περνά για τους Ευρωπαίους μέσα από την προώθηση της απιστίας των Ελλήνων, που με κάθε μέσο προώθησαν οι Βαυαροί. «Εις τον καιρόν της Τουρκιάς μίαν πέτρα δεν πείραξαν από τα παλιοκκλήσια· κι αυτείνοι οι απατεώνες σύνδεσαν τα συνφέροντά τους με τους μολεμένους […] και μας χάλασαν τα μοναστήρια και τής εκκλησιές μας- μαγαρίζουν μέσα κι άλλες έγιναν αχούρια».

Φαίνεται να έχει κατανοήσει πλήρως την ευρωπαϊκή απέχθεια για την ορθοδοξία: «Μάθαινα από ανθρώπους τίμιους ότι η κατήχηση των ξένων αναντίον της θρησκείας μας προοδεύει. Τότε κάπνισαν τα μάτια μου». Όμως, το σχέδιο για να πληγεί το λαϊκό θρησκευτικό αίσθημα ήταν καλά οργανωμένο: «Γνωρίζομεν τής ενέργειες τής μυστικές των ξένων οπού εργάζονται διά την θρησκεία μας – θρησκείαν δεν αλλάζομεν εμείς, ούτε την πουλούμεν»! Σε κάθε περίπτωση πάντως ο ίδιος δηλώνει την απόφασή του να αγωνιστεί κατά της αλλοτρίωσης και του εκδυτικισμού: «Όταν μου πειράζουν την πατρίδα μου και θρησκεία μου, θα μιλήσω, θα νεργήσω κι ό,τι θέλουν ας μου κάμουν».

Πέμπτη 20 Μαρτίου 2008

Η κριτική του Μακρυγιάννη στους προσκυνημένους

Παρότι ο Μακρυγιάννης είναι ιδιαίτερα συγχωρητικός, προς αυτόν που τον βλάπτει προσωπικά, είναι αμείλικτος με όσους βλάπτουν την πατρίδα. Θεωρεί, όπως και σύνολη η πολιτική παράδοση του Ελληνισμού μαζί του, πως οι αναλαμβάνοντες την εξουσία έχουν ευθύνη και δεν τους συγχωρείται καμία αδικία. Δεν διστάζει να τους επικρίνει ακόμη και αν είναι άνθρωποι με τους οποίους διατηρεί καλές σχέσεις, όπως ο Κωλέττης, για τον οποίο παραθέτει μαρτυρία του Τάτση Μαγγίνα, πως είχε στείλει γράμμα στον Κιουταχή για να γυρίσει με το μέρος του. Και συμπληρώνει: «Παιδιά των Τούρκων έχομεν οπού μας κυβερνούν, και δυστυχία και της πατρίδος και εμάς. Κι άλλοι είναι παιδιά των Τούρκων, άλλοι παιδιά αλλουνών χερότερων από τους Τούρκους. Η πατρίς η δυστυχής κυβέρνησιν δεν είδε με τα μάτια της, ούτε θα ιδή. Κι ο Θεός να βγάλη εμέναν ψεύτη κι άδικον κι αυτούς πατριώτες κι αληθινούς».

Κάνει λοιπόν σαφή διάκριση ανάμεσα στην προσωπικὴ αδικία και την αδικία προς το σύνολο, την πατρίδα. Παρατηρεί μάλιστα πως το φαινόμενο της αδικίας είναι διαχρονικό στην ιστορία του Ελληνισμού. «Οτι αυτό είναι πατρογονικόν· όποιος δουλεύει πατριωτικώς αυτό το βραβείον έχει. Και οι Αθηναίγοι του Θεμιστοκλή αυτείνη την ανταμοιβή τόκαμαν κι αλλουνών πολλών. Όχι όμως όταν ήταν η πατρίς σε κίντυνον· όταν ησύχαζε».

Παράλληλα όμως με την ασχήμια, την αδικία, την προδοσία, παραθέτει τον ηρωισμό και τη θυσία: «Στην θέσιν οπού επέθανες εσύ, Λεωνίδα, με τους τρακόσιους σου, πέθαναν κι αυτείνοι δια την θρησκεία και πατρίδα (Και ήταν τυχεροί οπού πέθαναν ενδόξως και γλύτωσαν από τον πατριωτισμόν του Κωλέτη, του Μαυροκορδάτου, του Μεταξά κι αλλουνών τέτοιων πατριώτων)».

Παρασκευή 14 Μαρτίου 2008

Η έννοια του δικαίου και του κοινού καλού στον Μακρυγιάννη

Η έννοια αυτή είναι τόσο κεντρική στη σκέψη του Μακρυγιάννη, ώστε την προβάλει ακόμη και στους Τούρκους. Παρουσιάζει έναν ξάδελφο του Αλή πασά να μιλά για τους Έλληνες και να λέει: «Νάχουν αυτείνοι δικαιοσύνη, να πάρη τέλος να ησυχάσουμε και εμείς οι Τούρκοι, ότι πλέον μας έγινε χαράμι από τον Θεόν το βασίλειόν μας, ότι φύγαμε από τη δικαιοσύνη του».
Για τον εαυτό του δε γράφει τα εξής:
«Πήγα εγώ εις την Αγία Ειρήνη, ήταν ο λαός συνασμένος, γιομάτα όλα τα σοκάκια. Τους λέγω, «Τι με θέλετε, αδελφοί;» - Να λάβης πολίτες εις το χέρι σου από μας και να σταθείς εδώ εις την εκκλησίαν δια την ασφάλειαν μας». Τους έβαλα κι΄ εγώ μίαν μικρή ομιλίαν, τους είπα πολλά, ότι. «Η αρετή κι΄ ο πατριωτισμός και η φρονιμάδα κάνουν την πατρίδα να υπάρξη και να ευτυχήση. Η κακία και η ΄διοτέλεια χάνουν την πατρίδα, και την χάνουν και ζημιώνονται όσοι μένουν ζωντανοί. Το λοιπόν φωνάζετε εμένα να σταθώ εις την ευταξίαν σας; Αν έχετε αρετή κι ομόνοια, θα ευλογήση ο Θεός τα έργα σας και θα σας φωτίση εις το καλό και θα σας σώση, αυτός οπού σας έσωσε από την τυραγνία των Τούρκων, αυτός οπού σας ανάστησε και κάμετε την τρίτη Σεπτεμβρίου, κι επιστάτησε μόνος του τόσους μήνες και δεν μάτωσε μύτη σε όλο το Κράτος. Παρακαλέστε τον Θεόν και τώρα να κάμη το έλεός του σ΄εμάς τους αμαρτωλούς και να φέρει και τώρα την ευλογίαν του. Εγώ ένα μπαστούνι έχω εις το χέρι μου - αν η αφεντιά σας δεν έχετε αρετή κι΄ομόνοιαν, τι να σας κάμω εγώ;». Μου λένε γενικώς με μίαν φωνή. «Ότι μας ειπής εσύ θ΄ακολουθήσωμεν - Κι εγώ αν σας απατήσω, ας δώσω λόγον εις τον Θεόν. Εγώ δεν γνωρίζω φατρίες και να με θεωρή άλλος φίλο του κι άλλος οχτρό. Γενικώς όλους σας σας θεωρώ αδελφούς, ότι με διορίζετε όλοι και πρέπει να μην είμαι αναντίος κανενού. Και να δίνετε τους ψήφους σας ελεύτερους, όθεν θελήση κάθε ένας. Εμένα (καθώς είχα μιλήσει) μη μου δίνετε».

Οι όροι ιδιοτέλεια και κακία στον λόγο του Μακρυγιάννη χάνουν κάθε ηθικιστικό περιεχόμενο και αποκτούν την αρχέγονη πολιτική σημασία τους, ως φορείς διάσπασης και διάλυσης των κοινωνιών.

Μάλιστα ο στρατηγός τονίζει το αδιέξοδο της ιδιοτέλειας και της κακίας, η οποία δεν δύναται να καταστήσει ευτυχή, αυτόν που τις εφαρμόζει. Το συμφέρον του καθενός έγκειται στο συμφέρον του συνόλου, ακόμη και αν δημιουργείται ενίοτε η ψευδαίσθηση πως η αδικία μπορεί να επιφέρει προσωπικό όφελος. Λέει στον Γκούρα: «Τώρα βάνουν εσένα να σκοτώσης τον Δυσσέα· αύριον θα βάλουν εμένα, σκοτώνω εσένα. Και να το καρτερής».

Παρασκευή 7 Μαρτίου 2008

Ποιον συμφέρει ο διεθνισμός;

Οι Έλληνες δεν υπήρξαν ποτέ. Στην Βαλκανική υπάρχουν από αρχαιοτάτων χρόνων Αλβανοί, Τούρκοι, Βούλγαροι, Σκοπιανοί, οι οποίοι ζούσαν πάντα υπό την άγρυπνη και δίκαιη επικυριαρχία των ΗΠΑ. Τώρα βέβαια υπάρχει ένα πρόβλημα: πώς ομιλούμε την ίδια γλώσσα με τους αρχαίους, αλλά και αυτό διευθετείται. Μας την έμαθαν οι Βαυαροί. Το καλύτερο λοιπόν που έχουμε να κάνουμε είναι, καθώς η μαζική αυτοκτονία δεν θεωρείται πιθανή επιλογή, να πάψουμε να γεννάμε, ώστε προϊόντος του χρόνου, να πάψουμε να υπάρχουμε, μιάς και δεν υπήρξαμε ποτέ. Να δώσουμε διεθνιστική κατεύθυνση στην παιδεία μας και να ξεχάσουμε πως είμαστε Έλληνες, επειδή δεν είμαστε.

Έτσι, θα υπάρχει ένας λιγότερος πιθανός εχθρός της pacis americanae. Ένας μάλιστα εχθρός με μία ιδιαίτερα ισχυρή πνευματική παράδοση. Αλλά, πάλι μας έπιασε ο εθνικισμός, είπαμε δεν υπάρχει ούτε η πνευματική παράδοση και η ελληνική φιλολογία. Οι Έλληνες λόγιοι της Τουρκοκρατίας, που αυτοπροσδιορίζονταν ως Έλληνες και αποκαλούνταν έτσι και από τους Ευρωπαίους, δεν υπήρχαν. Τα έργα τους ανέκδοτα τα περισσότερα, θα ξεχαστούν. Αλλά και τους Ευρωπαίους, ποιός να τους διαβάζει; Μία είναι η πεμπτουσία της νεοελληνικής επιστήμης: ο κακός εθνικισμός. Άλλωστε δεν χρειάζεται να ξέρεις και γράμματα για να ασχοληθείς με αυτόν. Μεταφράζεις εύκολα τα αντιεθνικιστικά βιβλία, ενώ τώρα χειρόγραφα... ποιός να ξέρει να τα διαβάσει;

Πέμπτη 6 Μαρτίου 2008

Τέλος στην Προδοσία και στην Ασχήμια

Επιστολή του Μίκη Θεοδωράκη στο «Αλ Τσαντίρι Νιούζ», όπως διαβάστηκε από τον κ. Λάκη Λαζόπουλο. Βιντεάκι της αναφοράς του Λαζόπουλου στην επιστολή μπορείτε να βρείτε στο YouTube (http://www.youtube.com/watch?v=Qv8N9mXGNq8&feature=related).

Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των Αμερικανικών Εκλογών, δηλαδή ανεξάρτητα από το ποιος θα είναι ο μελλοντικός πρόεδρος, η κολοσσιαία πολεμική μηχανή έχει ήδη μπει μπροστά με στόχο την εξόντωση όλων όσων θεωρεί εχθρούς της. Ακόμα και αυτών όπως η Ελλάδα, που δεν υπακούνε τυφλά τις εντολές της, Ιράν, Κορέα, Αραβικός κόσμος, μη υποτελείς και φυσικά άμεσα η Ρωσία και στο βάθος η Κίνα. Μετά θα έρθει η σειρά των «ατάκτων» της Νότιας Αμερικής. Ένας νέος θανάσιμος κίνδυνος πολυπρόσωπος, πολυπλόκαμος σα χταπόδι, κάνει αργά αλλά σταθερά την εμφάνισή του στο προσκήνιο της παγκόσμιας ιστορίας. Σημερινός στόχος είναι τα Βαλκάνια. Με κύριο σύμμαχο τη «Μεγάλη Αλβανία», ξεκινώντας από το Κόσσοβο με συνεργάτες τους υπεύθυνους για μαζικές δολοφονίες UCK.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, γεγονός πρωτοφανές για τη χώρα μας, μερικοί «επιστήμονες» επέλεξαν το αμφιθέατρο του Παντείου Πανεπιστημίου για να αναπτύξουν δημόσια την υποστήριξή τους σε ένα βασικό αίτημα της «Μεγάλης Αλβανίας», την κατάκτηση της Ηπείρου έως την Πρέβεζα με την δικαιολογία ότι ανήκει στην Αλβανική Τσαμουριά, από όπου τους έδιωξαν με εγκληματικές πράξεις οι Έλληνες. Ασφαλώς πρόκειται για οργανωμένη προβοκάτσια των ΗΠΑ, ώστε να μελετηθούν οι δικές μας αντιδράσεις και να προπαρασκευαστεί ψυχολογικά η εδαφική επέκτασή της Αλβανίας μετά το Κόσσοβο και σε ένα μεγάλο τμήμα των Αλβανόφωνων περιοχών των Σκοπίων και ακολούθως και σε δικά μας εδάφη. Από την άλλη μεριά, η σύμπλευση της Τουρκίας με τις ΗΠΑ στο Κόσσοβο, που έσπευσε πρώτη αυτή να το αναγνωρίσει, προετοιμάζει το έδαφος για πονηρά της σχέδια σε βάρος της χώρας μας, με βάση όχι μόνο το Αιγαίο και την Κύπρο, αλλά και τη μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη, που ακολουθώντας το παράδειγμα του Κόσσοβου μπορεί να διεκδικήσει τη δική της ανεξαρτησία.
Η ηγεσία των Σκοπίων φαίνεται να γνωρίζει από πρώτο χέρι τα σχέδια των ΗΠΑ και γι’ αυτό δείχνει αυτήν την αλαζονική αδιαλλαξία. Και πράγματι, σε αυτή τη φάση συμπορεύονται με την πολιτική που εκθέσαμε. Όμως, τι θα κάνουν όταν θα ξεκινήσει η επόμενη φάση, της φιλοαλβανικής τακτικής, οπότε το κρατίδιό τους θα κοπεί στη μέση. Γιατί θα πρέπει να γνωρίζουν, τόσο αυτοί όσο και οι ΗΠΑ, ότι μπορεί να αυτοαποκαλούνται Μακεδόνες, όμως φυλετικά είναι Σλάβοι και ως εκ τούτου κατατάσσονται ουσιαστικά στη χωρία των εχθρών των ΗΠΑ μαζί με τη Σερβία, τη Ρωσία αλλά και τη Βουλγαρία που και αυτή δεν πρέπει να έχει αυταπάτες. Έτσι γυρίζοντας σε εμάς τους Έλληνες, θα πρέπει να δούμε ότι η κατάσταση όντως εξελίσσεται, όπως εξελίσσεται και είναι παραπάνω από τραγική. Δεδομένου ότι οι Αμερικανοί δεν πείθονται πια από όσες υποκλίσεις και αν κάνουν απέναντί τους οι ποικιλόμορφες αμερικανόφιλες ηγεσίες. Και αυτό γιατί φοβούνται και μισούν το λαό μας, για τον οποίο είναι βέβαιοι ότι στη μεγάλη του πλειοψηφία απορρίπτει τα φιλοπόλεμα σχέδιά τους και γι’ αυτό θέλει να μας τιμωρήσει με κάθε τρόπο. Εκτός και αν αποφασίσουμε όλοι μαζί να γονατίσουμε και να φιλήσουμε τα πόδια τους κάνοντας όρκους ότι από δω και στο εξής θα είμαστε καλά παιδιά και πειθήνια όργανα στην όποια πολιτική τους.
Όμως αφού το παιχνίδι είναι έτσι και αλλιώς για μας χαμένο, τότε ας πέσουμε με το κεφάλι ψηλά. Ας μην περιμένουμε βοήθεια από πουθενά ούτε έχουμε συμμάχους, είμαστε εμείς και εμείς. Ας βοηθήσουμε λοιπόν να είμαστε τουλάχιστον ωραίοι, περήφανοι και γιατί όχι χαρούμενοι. Αφού θα έχουμε πάρει τη μεγάλη απόφαση να γίνουμε όλοι μαζί μια γροθιά ενωμένοι μπροστά στην προδοσία και την ασχήμια που χτυπάει την πόρτα μας. Γιατί είναι προδοσία η αναγνώριση του Κόσσοβου χωρίς την έγκριση της Διεθνούς κοινότητας του ΟΗΕ, δηλαδή μιας επαρχίας που από αιώνες αποτελεί τμήμα της Σερβίας. Και τι θα νιώθαμε εμείς, αν μεθαύριο έπαιρναν με το έτσι θέλω τη μισή Κύπρο, τη Θράκη, ή την Ήπειρο. Όπως και είναι ασχήμια να ανεχόμαστε να μας περιφρονούν και να μας βρίζουν οχυρωμένοι κάτω από τα σχέδια των Αμερικανών οι Σκοπιανοί, και εμείς να τους παρακαλάμε και να ζητάμε μεσολάβηση των Αμερικανών, χάνοντας κάθε μέρα και πιο πολύ την αξιοπρέπειά μας και την υπερηφάνεια μας. Ας κλείσουμε τα σύνορα, ας σταματήσουμε τις οικονομικές και διπλωματικές μας σχέσεις και ας τους αφήσουμε να αυτοαποκαλούνται όπως θέλουν κοροϊδεύοντας τους εαυτούς τους. Οφείλουμε να περάσουμε και από αυτή τη νέα δοκιμασία με το κεφάλι ψηλά. Μπορεί να υποφέρουμε, όμως το ζητούμενο για μας είναι να παραμείνουμε Έλληνες. Και θα παραμείνουμε Έλληνες. Ας μη ξεχνάμε από πόσες σκληρές δοκιμασίες περάσαμε ως τώρα, όμως στο τέλος πάντα βγήκαμε νικητές. Το ίδιο θα συμβεί και στο μέλλον.

Μίκης Θεοδωράκης
Αθήνα 22/02/2008

Απομαγνητοφώνηση: Π. Μπουμπούλης

Κυριακή 2 Μαρτίου 2008

Αξιοπερίεργα αποτελέσματα

Τη στιγμή κατά την οποία το σκοπιανό, το κυπριακό και το αλβανικό βρίσκονται σε φάση έξαρσης στην Ελλάδα δημοσιεύονται δημοσκοπήσεις που φέρουν τον ΣΥΝ να πλησιάζει το 20%. Είναι άραγε τυχαίο ή πρόκειται για δημοσκοπικό-στατιστικό λάθος;

Μη λησμονούμε πως ο ΣΥΝ ταυτίζεται απόλυτα με την αμερικανική πολιτική του διεθνισμού, η οποία βέβαια δεν αποτελεί αμερικανική εφεύρεση, αλλά με διάφορες μορφές χρησιμοποιήθηκε από κάθε ισχυρό με βλέψεις παγκόσμιας κυριαρχίας.

Πραγματικά πόσο σκληρή στάση μπορεί να κρατήσει μία κυβέρνηση, όταν το 20% των πολιτών φέρεται να συμφωνεί με την άποψη πως δεν μπορεί η Ελλάδα να χρησιμοποιεί κατά αποκλειστικότητα τον όρο Μακεδονία και πως το σχέδιο Ανάν αποτελεί τη δικαιότερη λύση του Κυπριακού;

Αλήθεια πιστεύει κανείς σοβαρά πως ένας στους πέντε Έλληνες θα ψήφιζε ποτέ ΣΥΝ; Πολλοί συμπολίτες μας βλέπουν θετικά τον κ. Τσίπρα, αλλά όσους από αυτούς έχω ρωτήσει, κανείς δεν θα ψήφιζε ΣΥΝ. Άλλο πράγμα είναι ένα φρέσκο πρόσωπο και άλλο 20% ο ΣΥΝ, ο οποίος δεν είναι δυνατόν να αυξάνει το ποσοστό του στη συγκεκριμένη συγκυρία, που η εξωτερική πολιτική βρίσκεται στο επίκεντρο, ακριβώς λόγω των θέσεών του στα εθνικά ζητήματα, που όσο και αν προσπαθεί να συγκαλύψει επίσημα, γνωστοποιούνται από τα υπερδραστήρια στελέχη του.