Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2008

Ο Θεόδωρος Πάγκαλος μίλησε ως Έλληνας!

Αγαπητέ Κύριε Πρέσβη σας ευχαριστώ για τις τρεις φιάλες κρασιού που μου στείλατε ως δώρο εορτών. Εύχομαι σε σας, την οικογένειά σας και σε καθέναν στην Πρεσβεία σας ευτυχισμένο τον καινούργιο χρόνο. Υγεία και πρόοδος σε όλους σας.
Δυστυχώς παρατήρησα ότι το κρασί που στείλατε, έχει παραχθεί στα Υψώματα του Γκολάν. Έχω διδαχθεί απ’ όταν ήμουν πολύ νέος να μην κλέβω και να μην δέχομαι τα προϊόντα κλοπής. Γι’ αυτό δεν είναι δυνατόν να δεχθώ αυτό το δώρο και πρέπει να σας το επιστρέψω.Όπως γνωρίζετε, η χώρα σας κατέχει παρανόμως τα Υψώματα του Γκολάν τα οποία ανήκουν στην Συρία σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο αλλά και με πολυάριθμες αποφάσεις της Διεθνούς Κοινότητας.
Με την ευκαιρία αυτή εκφράζω την ελπίδα μου ότι το Ισραήλ θα βρει ασφάλεια εντός των διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων του και οι τρομοκρατικές επιθέσεις εναντίον του ισραηλινού εδάφους από τη Χαμάς ή οποιονδήποτε άλλον θα περιοριστούν και θα πάψουν οριστικά αλλά ελπίζω επίσης ότι η κυβέρνησή σας θα σταματήσει να εξασκεί πολιτική συλλογικής τιμωρίας η οποία εφαρμόστηκε σε μαζική κλίμακα από τον Χίτλερ και τις στρατιές του. Πράξεις όπως αυτές που συμβαίνουν τούτες τις μέρες από τους ισραηλινούς στρατιωτικούς στη Γάζα μας θυμίζουν ολοκαυτώματα όπως εκείνα των Καλαβρύτων, του Δοξάτου ή του Διστόμου και οπωσδήποτε εκείνο του γκέτο της Βαρσοβίας.
Με αυτές τις σκέψεις, επιτρέψτε μου να σας εκφράσω τις καλύτερες ευχές μου για εσάς, τον ισραηλινό λαό και όλους τους λαούς της δικής μας περιοχής του κόσμου.Θεόδωρος Πάγκαλος Αθήνα, 30/12/2008

Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου 2008

Ο π. Παΐσιος για τη νεολαία

"[...]Οι γονείς που δεν καταλαβαίνουν την πειθαρχία αφήνουν τώρα τα παιδιά τους με μιά ελευθερία και τα κάνουν τελείως αλητάκια. Μιά κουβέντα λες, πέντε σου λένε, και με μιά αναίδεια! Αυτά μπορεί να γίνουν εγκληματίες. Σήμερα τα ξεβιδώνουν τελείως τα παιδιά. Ελευθερία! "Μην τα εγγίζετε τα παιδιά"! Και τα παιδιά λένε: "Πού θα βρούμε αλλού τέτοιο καθεστώς"; Επιδιώκουν δηλαδή να τα κάνουν ανταρτάκια, να μη θέλουν τους γονείς, να μη θέλουν τους δασκάλους, να μη θέλουν τίποτε, να μην ακούν κανέναν. Αυτό τους διευκολύνει στον σκοπό τους. Αν δεν τα κάνουν ανταρτάκια, πώς μετά τα παιδιά θα τα κάνουν όλα κομμάτια;
[...] Η σημερινή νεολαία μοιάζει με το μοσχαράκι που είναι δεμένο στο λιβάδι και κλωτσάει· τραβάει συνέχεια το σχοινί, βγάζει τον πάσσαλο και αρχίζει να τρέχη· αλλά σκαλώνει κάπου και περδικλώνεται άσχημα και στο τέλος το κατασπαράζουν τα άγρια θηρία. Το φρένο βοηθάει, όταν είναι μικρό το παιδί. [...] Τώρα δεν υπάρχουν ούτε στα σχολεία τιμωρίες ούτε στον στρατό καψώνια. Για αυτό οι νέοι παιδεύουν τους γονείς και το έθνος. Στον στρατό παλιά, όσο πιο σκληροί ήταν οι αρχηγοί στην Εκπαίδευση, τόσο πιο πολλή παλληκαριά έδειχναν οι στρατιώτες στην μάχη".
(Γέροντος Παϊσίου, Λόγοι Α΄, Με πόνο και αγάπη, Θεσσαλονίκη 1998, 247-250)

Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2008

Ο Μακρυγιάννης για το κοινό καλό

Η πίστη του Μακρυγιάννη

Από μικρός ο Μακρυγιάννης φαίνεται πως έζησε σε ένα εκκλησιαστικό περιβάλλον. Σε όλες τις σημαντικές στιγμές της ζωής του, επικαλείται τον Θεό και προσεύχεται. Ευρισκόμενος στην Πάτρα και καταζητούμενος, αναγκάζεται να φύγει από το ρωσικό προξενείο, όπου είχε καταφύγει: «Ίσασα της πιστόλες μου, το γιαταγάνι μου, έκαμα την προσευκή μου»…
Όταν αργότερα θα γλυτώσει από κάποια χαμένη μάχη κουτσαίνοντας , και θα βρει τροφή από κάποιον περαστικό, θα αποδώσει και τα δύο γεγονότα στην πρόνοια του Θεού. Μόλις, μάλιστα έμαθε πως σώθηκε και ο Γκούρας: «Τότε δοξάσαμεν τον Θεόν και κάμαμε τα μεγαλύτερα γλέντια και τραγούδια".
Σε άλλη περίπτωση πριν τη μάχη φέρνει παπά, λειτουργάνε και κοινωνούν όλοι.
Ακόμη πιο έντονα φαίνεται η πίστη του από το γεγονός ότι ζητά από τον Θεό να συγχωρέςη και όσους έβλαψαν τον Αγώνα, στοιχίζοντας τα του Θεού υψηλότερα από τα του Καίσαρος.
Στα 1844 πήγε και προσκύνησε την Μεγαλόχαρη στην Τήνο
Αλλά και αργότερα ο Μακρυγιάννης συνεχίζει την συνεπή λατρευτική και μυστηριακή ζωή του: «Έρχεται ο σεβάσμιος αγαθός δεσπότης Μπουντουνίτζας- έρχεται πάντοτες· με ξεμολογάει εμένα και την οικογένειάν μου».
Αλλά και όταν τον απέκλεισαν στο σπίτι του κατά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, πρώτα στην άνωθεν βοήθεια προσέφυγε και προσευχόμενος έλαβε «φώτισιν και θάρρος».

Στα γραπτά και στην πολιτική πρακτική του Μακρυγιάννη υπάρχει ένα κεντρικό ζητούμενο, που σχετίζεται με την πίστη του:

Η έννοια του δικαίου και του κοινού καλού

Η έννοια αυτή είναι τόσο κεντρική στη σκέψη του Μακρυγιάννη, ώστε την προβάλει ακόμη και στους Τούρκους. Παρουσίαζει έναν ξάδελφο του Αλή παςά να μιλά για τους Έλληνες και να λέει: «Νάχουν αυτείνοι δικαιοσύνη, να πάρη τέλος να ησυχάσουμε και εμείς οι Τούρκοι, ότι πλέον μας έγινε χαράμι από τον Θεόν το βασίλειόν μας, ότι φύγαμε από την δικαιοσύνη του".
Για τον εαυτό του δε γράφει τα εξής:
«Πήγα εγώ εις την Αγία Ειρήνη, ήταν ο λαός συνασμένος, γιομάτα όλα τα σοκάκια. Τους λέγω, «Τι με θέλετε, αδελφοί;» - Να λάβης πολίτες εις το χέρι σου από μας και να σταθείς εδώ εις την εκκλησίαν δια την ασφάλειαν μας». Τους έβαλα κι΄ εγώ μίαν μικρή ομιλίαν, τους είπα πολλά, ότι. «Η αρετή κι΄ ο πατριωτισμός και η φρονιμάδα κάνουν την πατρίδα να υπάρξη και να ευτυχήση. Η κακία και η ΄διοτέλεια χάνουν την πατρίδα, και την χάνουν και ζημιώνονται όσοι μένουν ζωντανοί. Το λοιπόν φωνάζετε εμένα να σταθώ εις την ευταξίαν σας; Αν έχετε αρετή κι ομόνοια, θα ευλογήση ο Θεός τα έργα σας και θα σας φωτίση εις το καλό και θα σας σώση, αυτός οπού σας έσωσε από την τυραγνία των Τούρκων, αυτός οπού σας ανάστησε και κάμετε την τρίτη Σεπτεμβρίου, κι επιστάτησε μόνος του τόσους μήνες και δεν μάτωσε μύτη σε όλο το Κράτος. Παρακαλέστε τον Θεόν και τώρα να κάμη το έλεός του σ΄εμάς τους αμαρτωλούς και να φέρει και τώρα την ευλογίαν του. Εγώ ένα μπαστούνι έχω εις το χέρι μου - αν η αφεντιά σας δεν έχετε αρετή κι΄ομόνοιαν, τι να σας κάμω εγώ;». Μου λένε γενικώς με μίαν φωνή. «Ότι μας ειπής εσύ θ΄ακολουθήσωμεν - Κι εγώ αν σας απατήσω, ας δώσω λόγον εις τον Θεόν. Εγώ δεν γνωρίζω φατρίες και να με θεωρή άλλος φίλο του κι άλλος οχτρό. Γενικώς όλους σας σας θεωρώ αδελφούς, ότι με διορίζετε όλοι και πρέπει να μην είμαι αναντίος κανενού. Και να δίνετε τους ψήφους σας ελεύτερους, όθεν θελήση κάθε ένας. Εμένα (καθώς είχα μιλήσει) μη μου δίνετε».
Οι όροι ιδιοτέλεια και κακία στον λόγο του Μακρυγιάννη χάνουν κάθε ηθικιστικό περιεχόμενο και αποκτούν την αρχέγονη πολιτική σημασία τους, ως φορείς διάσπασης και διάλυσης των κοινωνιών.
Μάλιστα ο στρατηγός τονίζει το αδιέξοδο της ιδιοτέλειας και της κακίας, οι οποίες δεν δύνανται να καταστήσουν ευτυχή, αυτόν που τις εφαρμόζει. Το συμφερόν του καθενός έγκειται στο συμφέρον του συνόλου, ακόμη και αν δημιουργείται ενίοτε η ψευδαίσθηση πως η αδικία μπορεί να επιφέρει προσωπικό όφελος. Λέει στον Γκούρα: «Τώρα βάνουν εσένα να σκοτώςης τον Δυσσέα· αύριον θα βάλουν εμένα, σκοτώνω εσένα. Και να το καρτερής».


Για να καταστή όμως εφικτή η επιδίωξη του κοινού καλού, απαιτείται μία σειρά από πολιτικές αρετές, όπως αυτή της συγχώρεσης.

Η συγχώρεση

Την θεωρούσε ύψιστη κοινωνική επιταγή, αλλά και ενδόμυχη εσωτερική ανάγκη για τον ίδιο. Εξάρει όσα παραδείγματά της συναντά:

Αφού σημειώνει πως ο Γώγος Μπακόλας είχε σκοτώσει τον πατέρα του Νότη Μπότσαρη, βάζει τον τελευταίο να λέει στον πρώτο κατά τον κοινό αγώνα: «Ο,τι είχε γίνη τότε και σκότωσες τον άνθρωπό μας, σ’ έβαλε ο τύραγνος. Αυτά τώρα αλησμονήθηκαν και εις το εξής είμαστε φίλοι και αδελφοί. Και να τηράξωμεν το έργον τούτο. Και φιλιώθηκαν».

Αλλά και ο ίδιος, όταν έχει τη δυνατότητα να βλάψει τον εχθρό του, προτιμά να τον συγχωρέσει. Σε κάποιον Παπαδόπουλο, που τον είχε κατατρέξει παλιότερα στην Άρτα, όταν τον συνέλαβε του είπε:

«Ο,τι θέλησες εσύ να κάμης σ εμένα με την βοήθεια των Τούρκων, με γλύτωσε ο Θεός· σ’ έχω τώρα εις το χέρι να σ’ αφανίσω μ’ όλη σου τη φαμελιάν. Δεν σου το κάνω».

Αλλά και αργότερα κατά τον εμφύλιο, που τα πνεύματα ήταν ιδιαίτερα οξυμένα γράφει για τον Νικηταρά:
«Μου παραγγέλνει ο Νικήτας (ότι φύλαγα εις το κεφαλόβρυσον, εις τους Μύλους), μου παραγγέλνει ότι θαρθή και θα με πάγη κυνηγώντας ως την Ρούμελη κι όπου θα με πιάςη, θα σκίςη τα νεύρα των ποδαριών μου να με κρεμάςη ανάποδα. Εγώ του είπα να κοπιάςη· κι αν τον πιάσω εγώ, δε θα του κάμω αυτά· θα φάμε και θα πιούμε μαζί, ότ’ είναι αγαθός αγωνιστής και πατριώτης.[…] Τους ριχτήκαμε απάνου τους και τους τζακίσαμε και τους πήγαμε κυνηγώντας ως κοντά εις το Μέρμπακα· κοντέψαμε να φάμε το βράδυ ψωμί με τον αδελφόν μου Νικήτα· από τρίχα γλύτωσε».

Εδώ έγκειται το μεγαλείο του Ελληνικού πολιτισμού, σε αυτή την αδυσώπητη συγχωρητικότητα, η οποία είναι έτοιμη πάντα να προσφέρει η και ακόμη να προσφερθεί.



Κριτική στους προσκυνημένους


Παρότι ο Μακρυγιάννης είναι ιδιαίτερα συγχωρητικός, σε αυτόν που τον βλάπτει προσωπικά, είναι αμείλικτος με όσους βλάπτουν την πατρίδα. Θεωρεί, όπως και σύνολη η πολιτική παράδοση του Ελληνισμού μαζί του, πως οι αναλαμβάνοντες την εξουσία έχουν ευθύνη και δεν τους συγχωρείται καμία αδικία. Δεν διστάζει να τους επικρίνει ακόμη και αν είναι άνθρωποι με τους οποίους διατηρεί καλές σχέσεις, όπως ο Κωλέττης, για τον οποίο παραθέτει μαρτυρία του Τάτση Μαγγίνα, πως είχε στείλει γράμμα στον Κιουταχή για να γυρίσει με το μέρος του. Και συμπληρώνει: «Παιδιά των Τούρκων έχομεν οπού μας κυβερνούν, και δυστυχία και της πατρίδος και εμάς. Κι άλλοι είναι παιδιά των Τούρκων, άλλοι παιδιά αλλουνών χερότερων από τους Τούρκους. Η πατρίς η δυστυχής κυβέρνησιν δεν είδε με τα μάτια της, ούτε θα ιδή. Κι ο Θεός να βγάλη εμέναν ψεύτη κι άδικον κι αυτούς πατριώτες κι αληθινούς».
Κάνει λοιπόν σαφή διάκριση ανάμεσα στην προσωπική αδικία και στην αδικία προς το σύνολο, την πατρίδα.
Παρατηρεί μάλιστα πως το φαινόμενο της αδικίας είναι διαχρονικό στην ιστορία του Ελληνισμού. «Ότι αυτό είναι πατρογονικόν· όποιος δουλεύει πατριωτικώς αυτό το βραβείον έχει. Και οι Αθηναίγοι του Θεμιστοκλή αυτείνη την ανταμοιβή τόκαμαν κι αλλουνών πολλών. Όχι όμως όταν ήταν η πατρίς σε κίντυνον· όταν ησύχαζε». Παράλληλα όμως με την ασχήμια, την αδικία, την προδοσία, παραθέτει τον ηρωισμό και τη θυσία: «Σ την θέσιν οπού επέθανες εσύ, Λεωνίδα, με τους τρακόσιους σου, πέθαναν κι αυτείνοι δια την θρησκεία και πατρίδα (Και ήταν τυχεροί οπού πέθαναν ενδόξως και γλύτωσαν από τον πατριωτισμόν του Κωλέτη, του Μαυροκορδάτου, του Μεταξά κι αλλουνών τέτοιων πατριώτων)».




Η πεμπτουσία όμως του κοινού καλού, του συμφέροντος για την Ελλάδα είναι κατά Μακρυγιάννη η ελευθερία.


Οι Έλληνες και η Ελευθερία

Στη σκέψη του οι έννοιες Ελλάδα και Ελευθερία είναι ταυτισμένες. Ο Έλληνας ζει μόνο ελεύθερος, παρότι η ελευθερία του είναι ένα διαρκές αγώνισμα και κατακτάται με θυσίες. Παροιμιώδης έχει μείνει η απάντηση που έδωσε στον Γάλλο ναύαρχο Δεριγνύ, όταν αυτός παρατήρησε πως οι δυνάμεις του Μακρυγιάννη δεν επαρκούσαν για να αντιμετωπιστεί ο Ιμπραήμ:
«Κι αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος του Μπραΐμη, παρηγοριώμαστε μ’ έναν τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θερία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε· τρώνε από μας και μένει και μαγιά». Για να συμπληρώσει λίγο αργότερα:
«Εμείς απ’ ούλα είμαστε αδύνατοι· όμως ο Θεός φυλάγει και τους αδυνάτους».

Η ελευθερία βέβαια οφείλεται στη γενναιοψυχία και πηγάζει από αυτήν. «Το δ’ ελεύθερον, το εύψυχον» κατά τον αρχαίο πρόγονο Θουκυδίδη, με τον οποίο πέρα από αυτή την θέση ο Μακρυγιάννης μοιράζεται την κοινή ιδιότητα του πολεμιστή και συγγραφέα. «Αφού ήρθαν πολλά πλησίον οι Τούρκοι εις τα ταμπούρια μας, δεν μπορούσα να βαστήξω τους αθάνατους Έλληνες· έγιναν όλοι λιοντάρια- εγώ ήμουν ο χερότερος».



Αυτά κατά την Επανάσταση. Κατόπιν ο μεγαλύτερο κίνδυνος για την ελευθερία της Ελλάδος προέρχεται από τους Δυτικούς.



Ξενοκρατία
Η επέμβαση των ξένων δυνάμεων στην Ελλάδα, τόσο με την επιβολή του Όθωνα, όσο και με την παρουσία τους στο ελληνικό κράτος στα πρώτα τριάντα χρόνια της ύπαρξής του, αποτελεί για τον Μακρυγιάννη σκλαβιά χειρότερη από αυτή των Τούρκων. Κατανοεί άμεσα, πως η επιρροή τους είναι βαθύτερη από αυτή των Οθωμανών και πως δύναται να καταστή απειλητική για την ίδια την ύπαρξη και ιδιοσυστασία του Ελληνισμού. Οι Τούρκοι, λόγω της μεγάλης πολιτισμικής και θρησκευτικής διαφοράς δεν μπορούσαν να αλλοτριώσουν τον Ελληνισμό, ο οποίος διατηρήθηκε μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Με τους Ευρωπαίους όμως διαβλέπει πως το κακό θα είναι μεγαλύτερο και βαθύτερο.
Μάλιστα έδωσε και εικαστική έκφραση στην πεποίθησή του πως ο Έλληνας είναι ιδιαίτερος, ανάδελφος κατά την φράση του Χ. Σαρτζετάκη, και δεν μπορεί να ομοιωθεί με τον Ευρωπαίο. Μαρτυρά ο ίδιος πως στο περιβόλι του είχε φτιάξει ένα μωσαϊκό, στο οποίο εικονιζόταν ένας χορός και στο μέσο ένας Έλληνας και ένας Ευρωπαίος. «Ο φραγκοφορεμένος θέλει τον δικό του χορό, ο Έλληνας τον δικό του και θα μαλλώσουνε ογλήγορα, ότι δεν μπορεί να μάθη ένας του άλλου το χορό».
Οι παρεμβάσεις βέβαια των Ευρωπαίων για να ευδοκιμήσουν πρέπει να βρουν και Έλληνες έτοιμους να τις δεχτούν. «Από αυτά όλα η πατρίδα κλονίζεται, από της οδηγίες της πατρικές των Πρέσβεων και δικώ μας ξενολάτρων».
Γράφει συγκεκριμένα: «Ποίον βάρβαρον έθνος έκαμε όσα κάνει το Γαλλικόν έθνος σ’ εμάς τους Έλληνες;» Και συνεχίζει: «Αφού ο Θεός τους λυπήθη και θέλει να τους αναστήςη, οι άνθρωποι τους καταπολεμούν να τους φάνε, να τους χάσουνε, να τους σβύσουνε να μην ξαναειπωθούν Έλληνες. Και τι σας έκαμεν αυτό τ’ όνομα των Ελλήνων εσάς των γενναίων αντρών της Ευρώπης, εσάς των προκομμένων, εσάς των πλούσιων;» Αλλού πάλι γράφει για τους Ευρωπαίους και το ρόλο τους στην Επανάσταση και την Ανεξαρτησία: «Οι ανθρωποφάγοι φτόνησαν αυτό και μας έσπειραν την αρετή τους, διχόνοια, φατρία, κατασκοπεία, της ακαθαρσίες της δικές τους, κ’ έφκειασαν την πατρίδα μας παλιόψαθα».
Μάλιστα μένει τόσο ακραιφνώς Έλληνας, ώστε όταν του προτάθηκε να γίνει υποδιοικητής της χωροφυλακής, μία θέση περιζήτητη για τους άνεργους και περιθωριοποιημένους αγωνιστές, αρνήθηκε λόγω του ήθους του διοικητή και του γεγονότος πως έπρεπε να βγάλει τη φουστανέλα και να φορέσει στολή φράγκικη.
Διαβλέπει μάλιστα πως το σχέδιο αλλοτρίωσης του Ελληνισμού περνά για τους Ευρωπαίους μέσα από την προώθηση της απιστίας των Ελλήνων, που με κάθε μέσο προώθησαν οι Βαυαροί. «Εις τον καιρόν της Τουρκιάς μίαν πέτρα δεν πείραξαν από τα παλιοκκλήσια· κι αυτείνοι οι απατεώνες σύνδεσαν τα συνφέροντά τους με τους μολεμένους […] και μας χάλασαν τα μοναστήρια και της εκκλησιές μας- μαγαρίζουν μέσα κι άλλες έγιναν αχούρια».
Φαίνεται να έχει κατανοήσει πλήρως την ευρωπαϊκή απέχθεια για την ορθοδοξία: «Μάθαινα από ανθρώπους τίμιους ότι η κατήχηση των ξένων αναντίον της θρησκείας μας προοδεύει. Τότε κάπνισαν τα μάτια μου». Όμως, το σχέδιο για να πληγεί το λαϊκό θρησκευτικό αίσθημα ήταν καλά οργανωμένο: «Γνωρίζομεν της ενέργειες της μυστικές των ξένων οπού εργάζονται δια την θρησκεία μας – θρησκείαν δεν αλλάζομεν εμείς, ούτε την πουλούμεν»! Σε κάθε περίπτωση πάντως ο ίδιος δηλώνει την απόφασή του να αγωνιστεί κατά της αλλοτρίωσης και του εκδυτικισμού: «Όταν μου πειράζουν την πατρίδα μου και θρησκεία μου, θα μιλήσω, θα νεργήσω κι ο,τι θέλουν ας μου κάμουν».

Ο Μακρυγιάννης στο τέλος των Απομνημονευμάτων του μας εξηγεί και το λόγο που τον παρακίνησε στη συγγραφή τους και που δεν είναι άλλος βέβαια από το κοινό καλό.
«Αδελφοί αναγνώστες, ούτε δόξες θέλω, ούτε της ζητώ- ούτε μου δίνουν. Και δια κείνο τραβήχτηκα και σκαλίζω τον κήπο μου όταν είμαι γερός, ειδέ φυλάγω το στρώμα μου. Του αναθέματος να είμαι αν έχω διοτέλεια δια όσους μιλώ εδώ μέσα. Η πατρίδα, η θρησκεία, η ηθική εις την κοινωνία είναι το πλέον αγαπημένον εις τον άνθρωπον τον τίμιον. Εις αυτείνη την κοινωνία θα ζήσω κ’ εγώ και τα παιδιά μου και δεν μου μένει ελπίδα και φωνάζω. Και δι’ αυτό γράφω απαλέκητα γράμματα, όχι όμως να λείπη από αυτά η αλήθεια».
Ο ίδιος δεν γράφει για να προβάλει τον εαυτό του, αλλά «όχι να πορνεύουν την αρετή και να καταπατούν τον νόμον και νάχουν την επιρροή για ικανότη. Εγώ τάγραψα αυτά όλα κι όποιος απ’ όσους μιλώ προσωπικώς στοχάζεται ότι τον αδικώ και είναι κακία μου κι όχι αλήθεια, έχει το ελεύτερον να γράψη κι αναντίον μου ο,τι λάθη έκαμα εις τον αγώνα της πατρίδος· όχι όμως παθητικώς, αλλά συντροφεμένος με την αλήθεια, με την παρατήρησιν.[…] Κ’ εγώ έκαμα λάθη και κάνω· άνθρωπος είμαι. Και πρέπει να γράφωνται και τα καλά μας και τα κακά μας».
Μάλιστα η αυτοκριτική του προχωρεί περισσότερο, όταν εξηγεί τα κίνητρα για τον έλεγχο των πολιτικών προσώπων στον οποίο προβαίνει: «Τον Μεταξά τον έχω και κουμπάρο και σύντροφο σε μίαν μεταβολή, τον Κωλέτη κουμπάρο, το Μαυροκορδάτο το ίδιον –στενός φίλος από εξαρχής μ’ όλους. Δεν τους τα γράφω αυτά ως οχτρός. Εκείνα οπού έπραξαν γράφω.[…] Μπορώ ως άνθρωπος, κι αγράμματος κι απλός, νάκαμα περισσότερα, και δεν το αιστάνομαι η δεν μπορώ να δικάσω του λόγου μου μόνος μου. Κάθε άνθρωπος εις τον εαυτό του κάνει τον συνήγορον, αλλά άλλες παρατήρησες θα κάμη η κατηγορία».
Ως πραγματικός Έλληνας πάντα θέτει τον εαυτό του κάτω από τους άλλους η καλύτερα τον υποτάσσει στο σύνολο και το κοινό καλό: «Κι αφού ο Θεός θέλησε να κάμη νεκρανάστασιν εις την πατρίδα μου, να την λευτερώςη από την τυραγνίαν των Τούρκων, αξίωσε κ’ εμένα να δουλέψω κατά δύναμη λιγώτερον από τον χειρώτερον πατριώτη μου Έλληνα. […] Ένα πράγμα μόνον με παρακίνησε κ’ εμένα να γράψω, ότι τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι· όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσωμεν εδώ. […] Είμαστε εις το εμείς κι όχι εις το εγώ».
Στις μέρες μας, αυτή η τελευταία φράση, νομίζω, αποτελεί την πλέον επίκαιρη παρακαταθήκη, το σπουδαιότερο κληροδότημα του Μακρυγιάννη στον Ελληνισμό.

Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2008

Επικήδειος Λυσσαρίδη για Τάσσο Παπαδόπουλο

Ο Τάσσος Παπαδόπουλος έφυγε από τη ζωή για να παραμείνει ζωντανός στη μνήμη ενός ολόκληρου λαού, τόνισε στον επικήδειο λόγο που εκφώνησε στην κηδεία του τέως Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Τάσσου Παπαδόπουλου, ο Επίτιμος Πρόεδρος του ΚΣ ΕΔΕΚ Βάσος Λυσσαρίδης, δίνοντας διαβεβαίωση προ τον εκλιπόντα ότι ο αγώνας θα συνεχισθεί. Οπως είπε ο κ. Λυσσαρίδης, η ιστορία θα καθιερώσει το ρόλο του Τάσσου Παπαδόπουλου ως του Προέδρου που απέκρουσε τα απαράδεκτα σχέδια, αλλά και διαφοροποίησε αποτελεσματικά το αρνητικό κλίμα που δημιούργησε το πλήρως δικαιολογημένο ΟΧΙ του λαού μας.

«Μια μεγάλη προσωπικότητα που λάμπρυνε την πολιτική ζωή της πατρίδας μας, που άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στα δρώμενα της Κύπρου, ο Πρόεδρος που πιστός στη λαϊκή εντολή απέρριψε εθνοκτόνα σχέδια, επαναλαμβάνοντας το διαχρονικό στην Ελληνική ιστορία ΟΧΙ, πέρασε το κατώφλι της αιωνιότητας», πρόσθεσε.

«Πέρασε το κατώφλι της ιστορίας. Και πέρασε με περγαμηνές αγώνων, θυσιών και προάσπισης αρχών. Με εκκρεμή οράματα, με ανεκπλήρωτες προσδοκίες, αλλά και με βεβαιότητα ότι ο αγώνας στον οποίο αφιέρωσε τη ζωή του θα συνεχισθεί. Πως και νεκρός θα μαρτυρήσει τη δικαίωση», ανέφερε ο κ. Λυσσαρίδης.

«Φίλε Τάσσο. Ο λαός δεν σου παραχωρεί άδεια απουσίας ωσότου λεύτεροι σεργιανίσουμε στα λεύτερα αγαπημένα τοπία. Οσο το συρματόπλεγμα της ντροπής θα διχοτομεί την αξιοπρέπεια και τα χώματα μας, όσο η κατοχική σημαία θα συνοδεύει στον ξύπνιο τους εφιάλτες μας, έχοντας τώρα νικήσει το θάνατο μαζί με τη στρατιά των συναγωνιστών σου, με τον Μακάριο σημαιοφόρο, με τον Αυξεντίου, τον Μάτση, τον Παλληκαρίδη θα ανατρέψουμε το σκηνικό,» τόνισε ο Επίτιμος Πρόεδρος της ΕΔΕΚ.

Οπως είπε, «η Κύπρος θρηνεί έναν άξιον της πατρίδος τέκνον. Και ο Ελληνισμός συμμετέχει στο θρήνο για την απώλεια. Ο Ελληνισμός στο σύνολό του γιατί οι εθνικοί αγώνες αγνοούν ιδεολογικά σύνορα. Η παρουσία εδώ του Πρωθυπουργού της Ελλάδας, κ. Καραμανλή, του αρχηγού της αντιπολίτευσης κ. Παπανδρέου και της Υπουργού Εξωτερικών κ. Μπακογιάννη μαρτυρούν του λόγου το αληθές», ανέφερε.

«Αυτή η οδυνηρή συγκυρία προσφέρει την ευκαιρία να αποστείλουμε από κοινού το μήνυμα ότι θα απορρίψουμε απορριφθέντα υπό του λαού σχέδια που εκκολάπτονται υπό νέα ονοματολογία και ότι θα σταθούμε ανάχωμα σε ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας a la carte με την κυνική απαίτηση μη συμμόρφωσης προς τις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της και νομιμοποίηση κηδεμονικών δικαιωμάτων και στρατιωτικής παρουσίας, παρθενογένεσης δυο κρατών και συνεταιρισμού», πρόσθεσε.

«Φίλε Τάσσο. Φεύγεις αφήνοντας αξιόλογη, ανεξίτηλη κληρονομιά. Ο λαός θυμάται έντονα την τελευταία παρακαταθήκη σου στην κρίσιμη ώρα των αποφάσεων», είπε ο κ. Λυσσαρίδης, προσθέτοντας πως ήταν σαφής η διαπίστωση του Τάσσου Παπαδόπουλου πως «το σχέδιο Ανάν δεν καταλύει την de facto διχοτόμηση, αλλά αντίθετα τη νομιμοποιεί και ότι υπάρχουν θέματα αρχών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπου η 'μέση λύση' δεν συνιστά τη σωστή απάντηση'. Πρόσθετες 'Παρέλαβα κράτος με διεθνή αναγνώριση. Δεν θα παραδώσω κοινότητα χωρίς δικαίωμα λόγου και σε αναζήτηση κηδεμόνων' », σημείωσε ο κ. Λυσσαρίδης.

«Αυτά δήλωνες στο δραματικό σου διάγγελμα, πληγωμένος από την παραγνώριση αρχών από εκείνους που ήταν εντεταλμένοι για την υπεράσπισή του. Με έντονα φορτισμένη λυγμική φωνή, με τη συναίσθηση ότι στεκόσουν ανένδοτος προασπιστής των δικαιωμάτων του λαού μας και θεματοφύλακας της ιστορίας μας. Ο συναισθηματισμός ταιριάζει στον ειλικρινή. Στέρεες οι εθνικές ρίζες με τις πολυχιλιόχρονες ελληνικές παραδόσεις. Στέρεη η προσωπική ιστορία. Προδιαγεγραμμένη, σχεδόν νομοτελειακή η πορεία σου», ανέφερε ο Επίτιμος Πρόεδρος του ΚΣ ΕΔΕΚ.

«Αγωνιστής από την πρώτη νεανική ηλικία στην πρώτη γραμμή του εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ όπου και σε πρωτοσυνάντησα. Μαζί στο Λονδίνο στη δραματική σύσκεψη καταψηφίσαμε τις συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνου. Ο Μακάριος στην πορεία αναγνωρίζοντας τις αρετές και ικανότητές σου, σε διορίζει υπουργό. Τον νεαρότερο υπουργό της Κυπριακής Δημοκρατίας», είπε ο κ. Λυσσαρίδης.

«Αδέκαστος στην προάσπιση αξιών, έτοιμος για κατάθεση γνώμης και έτοιμος να προσαρμοσθεί έργοις», υπογράμμισε.

Σημειώνοντας πως θα ήταν υποτιμητικό να αναλωθεί στην απαρίθμηση πληθώρας πολιτικών και πολιτειακών αξιωμάτων στα οποία διέπρεψε ο Τάσσος Παπαδόπουλος και την τόσο αξιόλογη προσφορά τους σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής ο κ. Λυσσαρίδης είπε πως ωστόσο δεν μπορεί να μην αναφερθεί στην πρωτοποριακή προσφορά του για εδραίωση του πρώτου κοινωνικού κράτους στην Κύπρο.

«Αρχή άνδρα δείκνυσι. Και το τελευταίο αξίωμα στην προεδρία του κράτους υπήρξε η κορωνίδα της προσφοράς του και η ανάδειξη της προσωπικότητάς του. Αφόρητες οι πιέσεις, ασφυκτικός ο κλοιός για εξαναγκασμό του λαού μας να προσυπογράψει σχέδια εθνικής ταπείνωσης και υπονομευτικά της εθνικής μας επιβίωσης. Και τα πυρά εχθρικά και φίλια στρέφονταν προς τον εκλεγμένο πρόεδρο», είπε για να προσθέσει: "Κι εσύ Τάσσο, φρουρός μιας άλλης μορφής Θερμοπυλών, παρέμεινες πιστός τοις του λαού ρήμασι πειθόμενος, γνωρίζοντας το τίμημα και έτοιμος να υποστείς τις συνέπειες".

Και ο αγώνας, ανέφερε ο κ. Λυσσαρίδης, δεν αφορούσε μόνο την επιβίωση των Ελληνοκυπρίων αλλά και την ουσιαστική ακηδεμόνευτη πορεία των Τουρκοκυπρίων.

«Γιατί πιστός στις εθνικές σου ρίζες, υπήρξες και θερμός προασπιστής των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων με τη σωστή διαπίστωση ότι ειρήνη και πρόοδος μπορούν να διασφαλισθούν μόνο σε συνθήκες αλληλοσεβασμού», είπε.

Πρόσθεσε πως «η ιστορία θα καθιερώσει το ρόλο σου ως του Προέδρου που απέκρουσε τα απαράδεκτα σχέδια αλλά και διαφοροποίησε αποτελεσματικά το αρνητικό κλίμα που δημιούργησε το πλήρως δικαιολογημένο ΟΧΙ του λαού μας. Και αυτό επετεύχθη όχι με προσαρμογή σε πιέσεις ή εγκατάλειψη αρχών αλλά με θρησκευτική προσήλωση στην προάσπιση της ετυμηγορίας του λαού».

«Και αυτά χαρακτηρίσθηκαν ως απορριπτισμός. Αν απορριπτισμός είναι η άρνηση της εθνικής αυτοκτονίας, τότε ο τίτλος είναι άκρως τιμητικός. Διάλεξες συνειδητά το δρόμο του εθνικού Γολγοθά, γιατί γνώριζες πως μόνο με την ανάληψη ευθυνών χαράσσονται οι δρόμοι εθνικής σωτηρίας. Στη ρήτρα ότι οι ιδέες δεν δολοφονούνται, προσθέτω. Ομως ούτε οι ιδεοφόροι πεθαίνουν. Πεθαίνουν όσο δεν αφήνουν κληρονομιά. Κι εσύ αφήνεις αξιόλογη κληρονομιά», ανέφερε.

Πρόσθεσε πως «τα μηνύματα είναι σαφή. Σεβόμαστε τα δικαιώματα όλων των λαών και όλων των ομάδων. Ομως απαιτούμε σεβασμό και στα δικά μας. Είμαι βέβαιος ότι και από τον τάφο θα διαλαλείς ότι δεν θα δεχθούμε χωριστά κράτη και συνεταιρισμό που οδηγεί σε ένα πολυκηδεμονευόμενο συνομοσπονδιακό μόρφωμα», είπε ο κ. Λυσσαρίδης και διαβεβαίωσε πως «ο αγώνας θα συνεχισθεί».

«Συμβιβασμός ναι. Αλλά σε πλαίσια αρχών που διαφυλάττουν την εθνική αξιοπρέπεια και επιβίωση. Μόνιμη κοινή μας γραμμή παραμένει μια λύση εναρμονισμένη με το διεθνές δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο που να διασφαλίζει την ενότητα του κράτους, του χώρου, της οικονομίας, των θεσμών, θα απαλλάσσει από κηδεμονίες και ξένη στρατιωτική παρουσία και θα διασφαλίζει τις βασικές ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα όλων των πολιτών, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος όλων των προσφύγων για επάνοδο στις πατρογονικές εστίες και περιουσίες τους», ανέφερε ο Επίτιμος Πρόεδρος του ΚΣ ΕΔΕΚ.

«Αυτές υπήρξαν οι διακηρύξεις όλων προς το λαό και ο λαός είναι φυσικό να απαιτεί προσήλωση στις δεσμεύσεις. Φεύγεις δικαιωμένος με σαφή εντολή στα παιδιά σου, στους δικούς σου και σ' όλο το λαό να μην παρεκκλίνουν από τη διακηρυγμένη πορεία που τώρα σφραγίζεται με τη δική σου βιολογική απουσία, όχι την πολιτική», πρόσθεσε.

«Σ' αυτό τον ιερό χώρο ενώπιον του λαού και της ιστορίας δίνουμε την υπόσχεση ότι δεν θα παρεκκλίνουμε από αυτή την πορεία. Η φωνή σου για απόρριψη απαράδεκτων σχεδίων θα είναι τώρα ακόμα πιο δυνατή, πιο καθολική, πιο αποδεκτή.

Για την οικογένειά σου θα είναι παρηγοριά ότι όλη η Κύπρος παραστέκεται στη θλίψη τους και ιδιαίτερα στη μεγάλη κυρία, τη Φωτεινή της αξιοπρέπειας και της προσφοράς. Θα συνεχίσουμε όλοι μαζί. Και θα σ' έχουμε πάντα συντροφιά ως τη δικαίωση.
http://enaliakypros18.blogspot.com/2008/12/blog-post_15.html

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2008

Θεός σχωρέσ' τον άρχοντα Τάσσο Παπαδόπουλο

(Ακολουθεί αναδημοσίευση παλαιότερης ανάρτησης)

Πάει και ο Τάσσος
Πρώτη φορά που εν ενεργεία πρόεδρος της Κύπρου μένει εκτός δεύτερου γύρου σε προεδρικές εκλογές. Τυχαίο μάλλον γεγονός. Άλλωστε, ο Τάσσος Παπαδόπουλος υπήρξε ο χειρότερος πρόεδρος της Κύπρου· στη διάρκεια της θητείας του δεν υπήρξαν σημαντικές υποχωρήσεις, η Κύπρος σχετίστηκε με τη Ρωσία και βεβαίως δεν πέρασε το σχέδιο Ανάν. Απολύτως λογικό λοιπόν να αποδοκιμαστεί από τον κυπριακό λαό. Αν διατηρούσε την εξουσία ίσως έρχονταν και τα χειρότερα, όπως λύση του Κυπριακού με βάση το διεθνές δίκαιο και τέλος της κατοχής. Υπερβολές ίσως, αλλά ποτέ δεν ξέρεις τί μπορεί να δημιουργήσει το μυαλό αυτού του τετραπέρατου διπλωμάτη. Οι υποστηρικτές του σχεδίου Ανάν, όπως φαίνεται, δεν ξεχνούν!
Και τώρα; Επανέρχεται το σχέδιο, με κάποιες αλλαγές; Και αν ναι, ποιος θα τολμήσει να αρνηθεί; Θέλουμε να ελπίζουμε πως θα το απορρίψει πάλι ο κυπριακός λαός και πως η άποψή του θα γίνει σεβαστή από όποια εξουσία προκύψει. Πάντως, ο Τάσσος Παπαδόπουλος πέτυχε πολλά. Και μόνο η καθυστέρηση εφαρμογής του σχεδίου σε συνδυασμό με την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. υπήρξε πολύ σπουδαίο πλήγμα για την τουρκική και την αμερικανική πολιτική, το οποίο, οποιεσδήποτε και να είναι οι εξελίξεις στο μέλλον, δεν γίνεται να ακυρωθεί.
Επίσης, ο Τάσσος Παπαδόπουλος δίδαξε εξωτερική πολιτική ανοίγοντας εκείνος πρώτος τον δρόμο προς τη Μόσχα, τον οποίο καθυστερημένα και ασθμαίνοντας ακολούθησε αργότερα και η ελλαδική πλευρά. Την εποχή που ελλαδίτες κορυφαίοι πολιτικοί των δύο μεγάλων παλαιών κομμάτων πρόβαλαν την αποδοχή του σχεδίου Ανάν ως μονόδρομο και μοναδική σανίδα σωτηρίας ή ακόμη και όρο επιβίωσης του Ελληνισμού, απειλώντας με τις συνέπειες μίας υποτιθέμενης απομόνωσης, ο Τάσσος έβαζε στο παιχνίδι τον Πούτιν. Ο χρόνος τον δικαίωσε. Ο Ελληνισμός μάλλον ανέπτυξε το κύρος του σε διεθνές επίπεδο με την απόρριψη του σχεδίου, δεν βλάφτηκε πουθενά, ενώ απέκτησε και μία νέα διάσταση, τη ρωσική, στην πολιτική του.